Πρωινό στον ήλιο 

Μετά τις μέρες του χιονιού και την ταλαιπωρία που περάσαμε μένοντας περισσότερο από ένα 24ώρο χωρίς ρεύμα, μέσα στο κρύο, χωρίς να μπορούμε να πάμε, με κλειστή την Αττική Οδό, στο άλλο μας σπίτι, οι χειμωνιάτικες λιακάδες που κάνει αυτές τις μέρες είναι ευλογία.

Το πρωί, μετά το πρωινό στην κουζίνα που βλέπει στις μανταρινιές και τις λεμονιές, βγαίνω για μισή ώρα στο κήπο όπου το χώμα του έχει πρασινίσει, και κάθομαι ανάμεσα στις φουντωτές αγγελικές και τις δάφνες, στο πλάι μιας μεγάλης ελιάς και φορτίζω τις μπαταρίες μου για μισή ώρα, πριν ξεκινήσω τη δουλειά. Δεν διαβάζω, δεν ακούω μουσική, φοράω το αφράτο πουπουλένιο μου μπουφάν και με μια κούπα καυτό καφέ στο χέρι, με κλειστά μάτια στον ήλιο, μυρίζω το νωπό χώμα και τα αρώματα από τα βότανα στο μικρό μας μποστάνι. 

Τα γράφω αυτά και θυμάμαι την Κλάρα, στο απολαυστικό μυθιστόρημα του Καζούο Ισιγκούρο «Η Κλάρα και ο ήλιος» (μτφρ. Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Ψυχογιός), να απολαμβάνει το ευεργετικό φως του ήλιου. Διάβασα το βιβλίο όταν είχε κυκλοφορήσει την περασμένη άνοιξη. Πρόκειται για ένα χαμηλότονο, αλλά πολύ δυνατό μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, που δεν έχει στόχο να εντυπωσιάσει τον αναγνώστη με εφέ, τεχνολογικά άλματα και δυστοπικές καινοτομίες οι οποίες κάνουν τον κόσμο του μέλλοντος να φαντάζει εφιαλτικός. Ο Βρετανός, με ιαπωνική καταγωγή, νομπελίστας συγγραφέας, με αυτό το βιβλίο εστιάζει σε κοινωνικά ζητήματα με τα οποία θα έρθει αντιμέτωπη η ανθρωπότητα τις επόμενες δεκαετίες, ζητήματα βιοηθικής και τεχνοηθικής. Προβληματισμοί σαν αυτούς που θέτει το μυθιστόρημα αυτό αναπόδραστα θα μονοπωλήσουν τις συζητήσεις όταν η τεχνολογία καταφέρει να σπάσει το ταμπού των συναισθημάτων, δημιουργώντας τεχνητής νοημοσύνης μηχανές που δεν θα έχουν μονάχα την ικανότητα να σκέφτονται ορθολογικά με τη βοήθεια του διαδικτύου, όπως για παράδειγμα κάνουν ήδη η Siri στα smartphones της Apple και τα ανθρωποειδή της Tesla, αλλά και να έχουν συναισθήματα και αναμνήσεις. 

Η βασική ηρωίδα στο βιβλίο του Ισιγκούρο, η ευαίσθητη και πολύ ιδιαίτερη Κλάρα, η εξυπνάδα, η ενσυναίσθηση και η αθωότητα της οποίας σε συγκινούν, είναι μια Τεχνητή Φίλη (ΤΦ), ένα ρομπότ συντροφιάς, ένα ανθρωποειδές που φορτίζεται από τις ακτίνες του ήλιου και προσπαθεί να σώσει με αυτοθυσία το άρρωστο παιδί που την έχει αγοράσει.

Ο Καζούο Ισιγκούρο, επιλέγοντας την Κλάρα, ως αφηγήτρια του μυθιστορήματος, κάνει μια αφηγηματική τομή, καταφέρνοντας έτσι να δώσει ένα σπουδαίο λογοτεχνικό βιβλίο, γραμμένο με επιδεξιότητα, αποφεύγοντας τα ολισθηρά εδάφη της επιστημονικής φαντασίας και δημιουργώντας μια αξιομνημόνευτη αλλιώτικη ηρωίδα που προκαλεί συμπόνια και τρυφερότητα στον αναγνώστη, κάνοντάς τον να ξεχνά πολλές φορές ότι πρόκειται για ένα ανθρωποειδές, για ένα ηλεκτρονικό πρόγραμμα τεχνητής νοημοσύνης. Η Τεχνητή Φίλη, πολλές φορές λανθάνει, οδηγείται σε σφάλματα, παρασύρεται από τα συναισθήματά της και δεν επεξεργάζεται με ψυχρή λογική και ορθολογισμό τα δεδομένα γύρω της. 

Το βιβλίο σε γραπώνει από την πρώτη σελίδα κιόλας. Η Κλάρα, από τα πίσω ράφια ενός καταστήματος υψηλής τεχνολογίας, σε μια ανώνυμη πόλη του όχι πολύ μακρινού μέλλοντος, αναρωτιέται πώς να είναι ο κόσμος. Προγραμματισμένη, όπως όλα τα αντίστοιχα ρομπότ τεχνητής νοημοσύνης που πουλά η εταιρεία, για να κρατά συντροφιά σε ανήλικα παιδιά, περιμένει το δικό της παιδί να έρθει στο κατάστημα, να την επιλέξει ανάμεσα σε δεκάδες άλλες και να την πάρει σπίτι του, να της δώσει μια ζωή και μια ευκαιρία για να ολοκληρωθεί. Η Κλάρα είναι ξεχωριστή, διαφέρει από τις άλλες ΤΦ, παρουσιάζει πιο έντονα συναισθήματα από τα άλλα ανθρωποειδή, ανησυχώντας ότι θα βρεθεί στα αζήτητα και θα ξεπεραστεί από άλλες ΤΦ επόμενης γενιάς, ακόμα πιο εξελιγμένες.

Όταν κάποια στιγμή η Κλάρα, μαζί με τη φίλη της τη Ρόζα, επίσης ΤΦ, τοποθετούνται στη βιτρίνα του καταστήματος, παρατηρούν τον κόσμο, τον οποίο συλλαμβάνουν και επεξεργάζονται μέσω τετράγωνων μοτίβων. Όταν η Κλάρα, πλέον, έχει χάσει την πίστη της ότι θα πουληθεί, ένα κορίτσι, η Τζόσι, την αγοράζει και την παίρνει στο σπίτι της. Σύντομα, εκεί η Κλάρα έρχεται αντιμέτωπη με τη θλίψη της οικογένειας από την απώλεια της μεγάλης αδερφής της Τζόσι, αλλά και από την ασθένεια της μικρής που όπως φοβάται η μητέρα της θα έχει κι αυτή την ίδια τύχη. Η Κλάρα, ευαίσθητη καθώς είναι, αρχίζει έναν αγώνα δρόμου για να σώσει τη μικρή Τζόσι και να αποτρέψει το θάνατό της, εναποθέτοντας τις ελπίδες της στον Θεό Ήλιο στον οποίο πιστεύει. Λανθασμένα, τυφλωμένη από τον φόβο ότι θα πεθάνει η καλή της Τζόσι, οδηγείται στο συμπέρασμα ότι πρέπει να καταστρέψει μια γιγαντιαία μηχανή Κούτινγκς, ένα ρυπογόνο και θορυβώδες όχημα που χρησιμοποιούν οι εργάτες οδοποιίας του δήμου και το οποίο, κατά την Κλάρα, ευθύνεται για την καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος.

Το μυθιστόρημα του Καζούο Ισιγκούρο διαβάζεται απνευστί. Η ένταση και η αγωνία που αυξάνονται, η απειλητική ατμοσφαίρα, τα συναισθήματα που δημιουργούνται, κάνουν την αφήγηση να κυλά σαν νερό, κάνοντας τον αναγνώστη να περιμένει εναγωνίως την κάθαρση, να αποζητά κι ο ίδιος την ευεργεσία του παντοδύναμου Ήλιου. 

ΥΓ. Με άλλο μάτι, αναζήτησα και είδα ξανά την παλιά ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ A.I. Artificial Intelligence (2001), ενώ νομίζω έφτασε η ώρα να διαβάσω το μυθιστόρημα του Καζούο Ισιγκούρο «Μην μ΄αφήσεις ποτέ» που δεν έχω διαβάσει.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

%d bloggers like this: