Πρώτη μέρα χθες στο summerhouse για το Πάσχα. Όταν φτάσαμε είχε ήδη πέσει η νύχτα. Κατέβηκα στον κήπο. Η τριανταφυλλιά ήταν ολάνθιστη μέσα στο σκοτάδι. Έκοψα μερικά λουλούδια και τα έβαλα στο βάζο, πλάι στα βιβλία που έφερα μαζί μου. Τώρα είμαι έτοιμος να ξεκινήσω τις διακοπές.
Το πρωί με ξύπνησε ο Hermes. Έφτιαξα καφέ και βγήκαμε στη βεράντα. Ακόμα χρειάζεσαι ένα φούτερ για να απολαύσεις τον πρώτο καφέ σου κάτω από έναν αχνό ήλιο.
Διαβάζω το πολυφωνικό μπαρόκ μυθιστόρημα Εκεί που ζουν οι τίγρεις του Jean-Marie Blas de Roblès (εκδ. Πόλις). Το «διαβάζω» είναι ευφημισμός: πιο πολύ παρακολουθώ τον Hermes να κάνει φούρλες και βαρελάκια ευτυχισμένος που βρίσκεται στην εξοχή ή να μελετά πώς θα καταφέρει να το σκάσει από τα κάγκελα της βεράντας για να βγει στον κήπο.
Θέλω όλη μέρα να την περνάω με τα βιβλία μου (όταν τελειώσω τις υπέροχες Τίγρεις θα ξεκινήσω τον Γαλατά της Anna Burns που κέρδισε πέρυσι το βραβείο Booker και μόλις κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Gutenberg).
Ακόμα κι αν έχει κρύο ή βρέχει, η άνοιξη είναι εδώ με όλες τις υποσχέσεις ανεμελιάς που τη συνοδεύουν.
Έχει πουλιά, πεταλούδες, μυρωδιές από νωπό χώμα και άνθη λεμονιάς, έχει συστάδες από μαργαρίτες που είναι πανύψηλες και έχουν εξαφανίσει σχεδόν τον χωματόδρομο που οδηγεί στην μπροστά πλευρά του σπιτιού.
Μέχρι την πρωτομαγιά θέλω να κοιμάμαι ό,τι ώρα νυστάζω, να ξυπνάω χωρίς ρολόι, να διαβάζω, να βλέπω σειρές, να πηγαίνουμε βόλτες στη θάλασσα, να τρώμε φρέσκα ψάρια και σαλάτες, να απολαμβάνουμε τους πασχαλινούς ύμνους στην εκκλησία, να κάθομαι απλώς στη σεζλόνγκ του κήπου κοιτώντας σιωπηλά το φως που περνά μέσα από τα κλαδιά των δέντρων.
Όταν έχεις όλη τη μέρα ελεύθερη, μπορείς να παρατηρείς τα πάντα, να εστιάζεις την προσοχή σου σε πράγματα που υπό άλλες συνθήκες ίσως προσπερνούσες. Είναι κι αυτό ένα είδος διαβάσματος. Ένας τρόπος να μαθαίνεις τον κόσμο ή να το σκας από αυτόν.