Είχα αποφασίσει ότι σήμερα θα ξυπνήσω νωρίς για να πιω τον καφέ μου, βλέποντας την ανατολή. Στις έξι παρά πήρα το νέο μου αφράτο μαξιλάρι από τα Coco-Mat και μαζι με τον Hermes, μεταφέροντας ο καθένας τα κουβερτάκια του, συρθήκαμε στον καναπέ. Είχε μόλις χαράξει.
Έβαλα καφέ στην καφετιέρα για να φτιάξω έναν καυτό γαλλικό. Ο ήχος του νερού που βράζει, το απόσταγμα του καφέ μέσα στο φίλτρο, ο ατμός και κυρίως η μυρωδιά, με καθησυχάζουν όσο τίποτα.
Πάνω στο γραφείο είχα ένα δέμα που είχα λάβει χθες το απόγευμα στη δουλειά. Ένα χάρτινο κουτί που μύριζε ιταλική εξοχή. Μέσα είχε το νέο βιβλίο του André Aciman «Έλα να με βρεις», τη συνέχεια του υπέροχου «Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Μαζί ήταν ένα χειρόγραφο γράμμα του Έλιο στον Όλιβερ, ένα κερί με άρωμα ροδάκινο, βότανα από την ιταλική εξοχή, ο σελιδοδείκτης του βιβλίου και ένα μπισκότο. Υπέροχο!
Το Call Me By Your Name, εκτός από μια υπέροχη ταινία -οι εικόνες, τα συναισθήματα, η μουσική, οι ερμηνείες και το location που κόβει την ανάσα, σου μένουν για καιρό στο μυαλό, γιατί η ομορφιά είναι εθιστική- είναι και ένα απολαυστικό βιβλίο γεμάτο περιγραφές του τέλειου μεσογειακού καλοκαιριού.
Η ιταλική εξοχή πρωταγωνιστούσε σε κάθε σελίδα: με τα χρώματά της, τα αρώματα από το θυμάρι και τη ρίγανη, τη σκιά από τις μεγάλες μουριές, τον ήχο από τα βήματα στο χαλίκι της πίσω αυλής, την αντηλιά στο τραπέζι του πρωινού, τη δροσιά του ποταμιού ή της θάλασσας κάτω από το σπίτι (αντίθετα από το βιβλίο στην ταινία η θάλασσα απείχε πολύ από την αγροικία). Η Μεσόγειος ήταν το τέλειο σκηνικό ενός έρωτα που όσοι τον είδαμε στη μεγάλη οθόνη μας στοίχειωνε για καιρό. Μετά μεταφράστηκε το βιβλίο.








Το διάβασα στο Πόρτο Ράφτη σε έναν κήπο γεμάτο λεμονιές, μουριές και συκιές, με τα γιασεμιά πίσω από την σεζλόνγκ μου και με τα μαρούλια και τα ντοματίνια στο μικρό μποστάνι απέναντι μου. Κλωνάρια ρίγανης και άμμος υπάρχουν ακόμα ενδεχομένως μέσα στις σελίδες εκείνου του βιβλίου που το κουβαλούσα για τρεις μέρες από παραλία σε παραλία κι από τον κήπο στο δροσερό μπλε δωμάτιό μου. Αν στην ταινία είναι το ορμητικό ξύπνημα του έρωτα σε ένα εφηβικό κορμί που σου μένει, στο βιβλίο σου κόβει την ανάσα κι αυτό το θεϊκό παλιό σπίτι το γεμάτο μουσικές και βιβλία, ολάνοιχτα παράθυρα στον ήλιο και σκιερές γωνιές σε έναν κήπο με οργιώδη βλάστηση, πέτρινα τραπέζια με καλάθια γεμάτα φρούτα και λαχανικά, αλλά και σκουριασμένες φερ φορζέ πολυθρόνες που έχουν χορτάσει ήλιο και βροχή.
Θα διαβάσω με μεγάλη περιέργεια για τη συνέχεια το βιβλίο (αν και spoilers υπάρχουν παντού στο διαδίκτυο και έχω πάρει μια πρώτη γεύση). Έχει ένα υπέροχο εξώφυλλο που ψηφίστηκε από τους αναγνώστες (το ψήφισα και εγώ) και είναι μια πολύ προσεγμένη έκδοση με υπέροχη υφή.
ΥΓ. Την ταινία την είδα πρόσφατα ξανά μαζί με τη Σοφία που δεν την είχε δει. Θυμήθηκα τη συγκλονιστική φράση του πατέρα του Έλιο προς τον γιο του: «Ζήσε τον πόνο. Τις περισσότερες φορές για να ξεπεράσουμε τα πράγματα που η έλλειψή τους μας πληγώνει σκοτώνουμε και τα πιο ωραία κομμάτια του εαυτού μας. Φτάνουμε έτσι στα 30 και είμαστε χρεοκοπημένοι».