O ήλιος πέφτει νωρίς στο βουνό. Κάποιες τελευταίες αχτίδες φωτός περνούν από τις συστάδες των δέντρων και φωτίζουν ένα μονάχα σημείο του δάσους, χρυσίζοντας τα ξερά φύλλα και το νωπό χώμα. Ένας ζωντανός καμβάς μέσα στο σκοτάδι που απλώνεται τριγύρω σιωπηλά. Κατηφορίζοντας με το ποδήλατο σταματώ στην παγωνιά και κοιτώ αυτό το αναγεννησιακό φως, μια αναδυόμενη Αφροδίτη σε μια μελανή θάλασσα από δέντρα.
Μου αρέσει να μένω μέχρι αργά στο δάσος. Όταν πηγαίνω για ποδήλατο στο κτήμα Τατόι, όπου βρίσκεται το -ρημαγμένο πια- θερινό ανάκτορο της τέως βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας, είναι σαν να διαβάζω μια ζοφερή γοτθική ιστορία με στοιχειωμένα κάστρα και εγκαταλελειμμένους πύργους στην εξοχή.
Έχοντας αφήσει πίσω μου το παλάτι με τις ημικυκλικές πέτρινες σκάλες που είναι θαμμένες στα φύλλα, περνώ τη σκουριασμένη σιδερένια είσοδο με τους μαρμάρινους στύλους και κατηφορίζω προς το χωριό του κτήματος, εκεί όπου υπάρχουν τα βοηθητικά κτίρια. Εδώ ξεκινά ένας δρόμος που διασχίζει το δάσος.
Λίγο πριν τη δύση τα πάντα σκοτεινιάζουν και κυριαρχεί μια σιωπή πολύ διαφορετική από αυτήν που βασιλεύει τη μέρα. Αυτή την απόλυτη σιωπή αναζητώ. Το δέος του να περπατάς μέσα σε έναν τόπο που υπάρχει μεγαλειωδώς, ανασαίνει, επιβιώνει, λειτουργεί, χωρίς εσένα. Τη χαρά του να διασχίζεις μικρά μονοπάτια ανάμεσα στα πανύψηλα δέντρα, να στέκεσαι στην άκρη του γκρεμού και να απολαμβάνεις τη θέα ενός πυκνού ελατοδάσους που παραδίνεται σιγά σιγά στην απόκοσμη μαγεία της νύχτας.
Οι πεζοπορίες και οι βόλτες με το ποδήλατο έχουν μικρές στάσεις για να παρατηρήσω από κοντά τα οικήματα, να δω τις μικρές τους λεπτομέρειες, να αναζητήσω κάποιες σχετικές πληροφορίες στο βιβλίο Τατόι – Περιήγηση στον χρόνο και τον χώρο του Κώστα Μ. Σταματόπουλου (εκδ. Καπόν). Πρόκειται για έναν πλήρη οδηγό για το πρώην βασιλικό κτήμα, γεμάτο σπάνιες φωτογραφίες, γεγονότα και παραλειπόμενα από τη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Κάνω επίσης μεγάλα διαλείμματα για να ξεκουραστώ και να διαβάσω το βιβλίο μου στα ξύλινα παγκάκια μέσα στη γαλήνη της φύσης. Εχθές είχα μαζί μου και τον 14ο τόμο από τη μνημειώδη σειρά Orbis Literae των εκδόσεων Gutenberg Μέλμοθ ο Περιπλανώμενος (μτφρ. Χαρά Σύρου), τον οποίο έχω διαβάσει τρεις φορές και ανατρέχω σε αυτό πολύ συχνά σαν να διαβάζω ένα ποίημα. Από όλα τα βιβλία γοτθικής λογοτεχνίας που απολαμβάνω με απίστευτη ηδονή, ξεχωρίζω αυτό το ογκώδες έργο του Charles R. Maturin. Πρόκειται για ένα σπονδυλωτό μυθιστόρημα με εγκιβωτισμένες αφηγήσεις από τις περιπλανήσεις του καταραμένου σατανικού Μέλμοθ, ο οποίος είναι καταδικασμένος να τριγυρνά στον κόσμο ανά τους αιώνες, αναζητώντας θύματα που με αντάλλαγμα την ψυχή τους θα παραδοθούν για λίγο σε επίγειες δαιμονικής χαράς απολαύσεις. Μεσαιωνικά μοναστήρια, ζοφερά μπουντρούμια της Ιεράς Εξέτασης, ρομαντικοί έρωτες που συνθλίβονται από το κακό, στοιχειωμένα οικήματα, δαιμονισμένοι άνθρωποι, διαβολικά πορτραίτα: οι σελίδες του Μέλμοθ είναι όπως εύστοχα αναφέρει ο Κυριάκος Αθανασιάδης στην εισαγωγή: «ένα αυθεντικά κολασμένο ποίημα – ένα φρενιασμένο κομπολόι ιστοριών που κάποτε θα αναπηδήσει ακάλεστο στη μνήμη σου και, για μια άγρια στιγμή, άσχετα από την όποια συντροφιά σου ή τις ασχολίες σου, θα σε στοιχειώσει».
Στο δρόμο της επιστροφής έχει πια νυχτώσει. Τοποθετώ κουρασμένος, μισοβρεγμένος από την υγρασία του δάσους, το ποδήλατο στην πίσω σχάρα του αυτοκινήτου και κατηφορίζω τους φιδογυριστούς δρόμους του βουνού, πότε μέσα στο δάσος και πότε στο χείλος του γκρεμού, με πολύ χαμηλή ταχύτητα για να βλέπω τη θέα της φωτισμένης Αθήνας από ψηλά. Νιώθω μια πληρότητα, μια εσωτερική ησυχία, που μονάχα η μουσική μπορεί να σου δημιουργήσει ή ο ήχος της σιωπής μέσα στο δάσος.
ΥΓ. Εύχομαι το 2019 να φέρει σε όλους μας εσωτερική γαλήνη, αυτή την αρμονία και την αυτάρκεια που έχει η φύση. Καλή χρονιά!