Noir στους αμμόλοφους

Το Όποιος αγαπά, μισεί του Αντόλφο Μπιόι Κασάρες -πολυαγαπημένου συγγραφέα του αριστουργήματος Η εφεύρεση του Μορέλ– και της συζύγου του Σιλβίνα Οκάμπο (εκδ. Αλεξάνδρεια) είναι ένα πολύ ατμοσφαιρικό κλασικό noir μυθιστόρημα που πατάει πάνω στο μοτίβο της Αγκάθα Κρίστι. Ξετρύπωσα περιχαρής την παλιά αυτή έκδοση, με το υπέροχο εξώφυλλο σε εικονογράφηση του Paul Slater, στο βιβλιοπωλείο Επί Λέξει, μια ήσυχη μέρα του Αυγούστου που είχα κατέβει στην Αθήνα για το grooming του Hermes. Διάβασα το βιβλίο απνευστί.

Ένας γιατρός με ειδίκευση στην ομοιοπαθητική που στον ελεύθερο χρόνο του διασκευάζει σενάρια για τον κινηματογράφο, πηγαίνει να παραθερίσει σε μια παραθαλάσσια, απομονωμένη λουτρόπολη. Στην πανσιόν που καταλύει, ιδιοκτήτρια της οποίας είναι μια μακρινή του εξαδέλφη, συναντά τυχαία μια ασθενή του στην οποία παλιότερα είχε ο ίδιος συστήσει το συγκεκριμένο ξενοδοχείο. Τη λεπτεπίλεπτη Μάρυ, μεταφράστρια νουάρ μυθιστορημάτων, συνοδεύουν η αδερφή της και ο αρραβωνιαστικός της. Οι δυο αδερφές την ίδια νύχτα, καυγαδίζουν άγρια κατά τη διάρκεια του δείπνου, ενώ έξω μαίνεται μια σφοδρή αμμοθύελλα. Το πρωί η αδερφή της βρίσκει τη Μάρυ νεκρή στο κρεβάτι της και ο γιατρός εκτιμά ότι ο θάνατός προήλθε από δηλητηρίαση με στρυχνίνη. Οι ένοικοι περνούν τις ώρες τους μέχρι να κοπάσει η αμμοθύελλα μέσα σε ένα τοξικό ασφυκτικό περιβάλλον όπου όλοι δείχνουν ένοχοι.

Το μυθιστόρημα μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον σκηνοθέτη Αλεχάντρο Μάσι. Είχα δει την αργεντίνικη ταινία In love and in hate (στην Ελλάδα η διανομή έγινε με τον τίτλο Έγκλημα στην αμμοθύελλα) το 2018 σε θερινό σινεμά και είχα ενθουσιαστεί. Δεν είχα καταλάβει τότε ότι βασιζόταν σε βιβλίο του Κασάρες και βλέποντας πρόσφατα ότι το Cinobo έχει το φιλμ έψαξα στο διαδίκτυο περισσότερες πληροφορίες και έκανα τον συσχετισμό.

Αν σας αρέσει η Αγκάθα Κρίστι και ο Ζορζ Σιμενόν εννοείται ότι τόσο το βιβλίο όσο και η ταινία θα σας συγκινήσουν. Είναι από τις περιπτώσεις δε που η κινηματογραφική μεταφορά είναι ένα ποίημα που αποδίδει και με το παραπάνω την ατμόσφαιρα του βιβλίου. Εγώ, θυμάμαι, έφυγα από το σινεμά και για καιρό μετά ονειρευόμουν αυτή τη σκάλα στο παλιό ξενοδοχείο που είχε θαφτεί στην άμμο. Όπως και τις σκηνές που οι ήρωες διάβαζαν στην παραλία, στις ξύλινες σεζλόνγκ με τα ριγέ πανιά, τα πλάνα με τις ατέλειωτες αμμώδεις ακτές που σου φέρνουν στο νου τους συγκλονιστικούς Maytrees της Άννι Ντίλαρντ, το δέρμα της σέξυ πρωταγωνίστριας μετά τη θάλασσα, τον τρόπο που άναβε το τσιγάρο στο δείπνο, τα καρφωμένα παράθυρα στα δωμάτια για να μην τρυπώνει η άμμος στα δροσερά σεντόνια, τα ρούχα μιας άλλης εποχής πιο κομψής, τα πορσελάνινα σερβίτσια, τα αυτοκίνητα με καμπύλες…

Το ίδιο και το βιβλίο που διάβασα σε ένα μόνο μεσημέρι. Είναι διαποτισμένο από το φίνο στυλ του αριστοκρατικού ζευγαριού διανοουμένων Κασάρες-Οκάμπο, φίλοι και οι δυο του Μπόρχες, και έχει τον αέρα της παλιάς μεγαλοαστικής τάξης της Αργεντινής. Η Οκάμπο, κληρονόμος μιας πασίγνωστης δυναστείας του Μπουένος Άιρες, αδερφή του ιδρυτή της μεγάλης εφημερίδας Sur, χάρη στη μεγάλη περιουσία της οικογένειάς της έζησε μαζί με τον σύζυγό της μια υπέροχη ζωή αφιερωμένη στην ποίηση και τη λογοτεχνία, σε επαύλεις με βιβλιοθήκες αγγλικού στυλ, παλιές γραφομηχανές, δερματόδετα ημερολόγια, με πολυτελή επιστολόχαρτα σε σκαλιστά σεκρετέρ, με βραδιές ποίησης, κοντσέρτα και γκαλά με νέους ποιητές, κοκτέιλ σε γαλάζιους κήπους, βραδιές στο καζίνο και ατέλειωτες συζητήσεις με τον Μπόρχες σε μαρμάρινες σκιερές βεράντες με θέα όλη την πόλη. Μια ζωή στον παράδεισο δηλαδή.

ΥΓ. Ο Αύγουστος ήταν ένας απολαυστικός μήνας με πολλά και υπέροχα βιβλία (για τα οποία θα γράφω εδώ το επόμενο διάστημα). Όλη μέρα διάβασμα πλάι στη θάλασσα ή στον κήπο. Λίγο πριν τον Δεκαπενταύγουστο που τα πράγματα αγρίεψαν με τον #Covid19 και με τους απρόσεκτους, τους αρνητές του ιού, τους σταυροφόρους κατά της μάσκας, τους συνωμοσιολόγους και τους λοιπούς αδίστακτους, κλειστήκαμε στο σπίτι με τα βιβλία μας, μαγειρεύοντας, συζητώντας, βλέποντας στο MacBook noir ασπρόμαυρες ταινίες (Χίτσκοκ, Τρυφώ κ.ά.) και neo-noir όπως το υπέροχο Lost Highway του Ντέιβιντ Λιντς ή τo Fedora. Βγαίναμε μόνο για κολύμπι, για τους περίπατους του Hermes και για προμήθειες σε τρόφιμα. Ευχαριστήθηκα ύπνο και διάβασμα. Κοιμάμουν νωρίς, ξυπνούσα αργά και τα μεσημέρια διάβαζα στον κήπο ή στο μπλε υπνοδωμάτιο με τα παράθυρα ανοιχτά.

Leave a Reply

Fill in your details below or click an icon to log in:

WordPress.com Logo

You are commenting using your WordPress.com account. Log Out /  Change )

Twitter picture

You are commenting using your Twitter account. Log Out /  Change )

Facebook photo

You are commenting using your Facebook account. Log Out /  Change )

Connecting to %s

%d bloggers like this: